Όπως ανακοίνωσε η AbbVie, τα αποτελέσματα από τρεις πιλοτικές κλινικές μελέτες Φάσης 3 που αξιολόγησαν το risankizumab, έναν υπό κλινική ανάπτυξη αναστολέα της ιντερλευκίνης 23 (IL-23), σε σύγκριση με το ustekinumab και το adalimumab για τη θεραπεία ασθενών με μέτρια έως σοβαρή, χρόνια ψωρίαση κατά πλάκας, έδειξαν ότι μετά από 16 εβδομάδες θεραπείας, το risankizumab (150 mg) πέτυχε τα πρωτεύοντα καταληκτικά σημεία βελτίωσης τουλάχιστον κατά 90% (PASI90) στην κλίμακα του Δείκτη Έκτασης και Σοβαρότητας της Ψωρίασης (PASI, Psoriasis Area and Severity Index) και στην κλίμακα Στατικής Συνολικής Εκτίμησης του Ιατρού (sPGA,Physician Global Assessment) που αντιστοιχεί σε καθαρό ή σχεδόν καθαρό δέρμα (sPGA 0/1) και στις τρεις μελέτες έναντι του εικονικού φαρμάκου του ustekinumab ή του adalimumab (βάσει του σχεδιασμού της μελέτης).
Το risankizumab δεν έχει λάβει έγκριση από τις ρυθμιστικές αρχές, και η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του δεν έχουν τεκμηριωθεί.
Όπως ανέφερε ο Michael Severino, M.D., εκτελεστικός αντιπρόεδρος και chief scientific officer έρευνας και ανάπτυξης της AbbVie τα θετικά αποτελέσματα για το risankizumab είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά καθώς το risankizumab μπορεί να παρέχει μια σημαντική, νέα θεραπευτική επιλογή για άτομα που ζουν με ψωρίαση.
Το risankizumab είναι μέρος μιας συνεργασίας με την Boehringer Ingelheim, με την AbbVie να καθορίζει την περαιτέρω ανάπτυξη και εμπορική διάθεση του risankizumab παγκοσμίως.
Η AbbVie συνεχίζει να αξιολογεί το δυναμικό του risankizumab στο πλαίσιο ανοσοδιαμεσολαβούμενων παθολογικών καταστάσεων.